Τρίβοντας τα καλαμπόκια

καλαμπόκι

Παλιά σε κάθε σπίτι φύτευαν το καλαμπόκι της χρονιάς για τις κότες τους. Όταν έφτανε η εποχή της συγκομιδής, έβγαζαν τα εξώφυλλα που τα έλεγαν σόκια ακόμα πιο παλιά γέμιζαν τα στρώματα με αυτά.

Με τα ξερά φυτά τάιζαν τα ζώα. Τα καλαμπόκια τα απλωναν στις αυλές να ξεραθούν. Η παλιοί τα καλαμπόκια τα έλεγαν καρπούζια και τα καρπούζια χειμωνικά!! Όταν ήταν έτοιμα για τρίψιμο όλη η γειτονιά πήγαινε κάθε μέρα σε κάθε σπίτι και έτριβαν όλοι μαζί τα καλαμπόκια. Ο ένας βοηθούσε τον άλλο αφιλοκερδώς!!

Τα χέρια μας γινόταν όλο καρούλες (φουσκάλες), οι νοικοκυρες έφτιαχναν κεράσματα για όλους, συνήθως πίτες, γαλατόπιτες και κολοκυθόπιτα. Και κρασί για τους άντρες. Τα αστεία και τα γέλια έδιναν και έπαιρναν… και τα τραγούδια απαραίτητα. Ο πατέρας μου έλεγε “κλεισαν οι στρατες του Μωριά, κλεισαν και τα δερβένια”. Ο θείος ο Στάθης το “ξύπνα Βασιλω αρχόντισσα”, ο θείος ο Αλέξης το “αρχόντισσα μου μάγισσα τρελή”.

Τα άδεια καλαμπόκια τα λέγαμε κότσαλα και τα είχαμε για προσανάματα στο τζάκι. Επίσης με αυτά έκλειναν τα μεγάλα μπουκάλια και τον μπότη (πήλινη στάμνα για νερό). Τίποτα δεν πέταγαν.

Στην φωτογραφία το κοριτσάκι είναι η Μαντώ Κολλιοπούλου, δεξιά ή Γεωργία Λουκοπουλου και αριστερά ή Άννα Τσιβή Κολιοπούλου.

Αχ πόσες όμορφες αναμνήσεις έχω!!!